Πέμπτη, Απριλίου 13, 2006

Ο φίλος μου ο Μελ(κιάδες)...



Είδα τις "Τρεις Ταφές του Μελκιάδες Εστράντα". Πολυσυζητημένο μοντέρνο γουέστερν με πρωταγωνιστή και σκηνοθέτη τον σκληρό Tomy Lee Jones. Ο Μελκιάδες Εστράντα σκοτώνεται κατά λάθος(;;) από έναν συνοριοφύλακα και ο φίλος του Πίτερ αναλαμβάνει να κουβαλήσει το βασανισμένο πτώμα του στο χωριό του για να ταφεί από την οικογένειά του. Ένα road movie, που υμνεί με ένα πρωτότυπο τρόπο τη φιλία και τα όρια αυτής.



Ο Lee Jones με αριστοτεχνικό τρόπο, με flash back και παράλληλες ιστορίες, μας δίνει μια ταινία αριστούργημα, έχοντας στα χέρια του ένα εξίσου συγκλονιστικό σενάριο. Ο ίδιος ερμηνεύει λιτά, δωρικά τον σκληροτράχηλο καουμπόι, που βουρκώνει μπροστά στο ήδη σαπισμένο πτώμα του φίλου, ενώ μπορεί να ρίξει και..."μερικές ψηλές" στο δολοφόνο του, που σημειωτέο κουβαλάει μαζί του στο ταξίδι της επιστροφής, αφού ο "νόμος" δεν τον άγγιξε. Ακόμη περισσότερο, κουκούλωσε (στη κυριολεξία, θάβοντας τον Εστράντα) το έγκλημά του.

Η ταινία αποτελεί ένα σχόλιο πάνω στην αδικία, στους ευνοημένους και στους παρίες της σάπιας αμερικανικής κοινωνίας. Έχει υπέροχη φωτογραφία (τα ξερά τοπία του Μεξικού) και υποβλητική μουσική. Με φοβίζουν οι ταινίες που εξυμνούνται από τις κριτικές, αυτή τη φορά πάντως, έπεσαν μέσα.



Έχω να γράψω περίπου μια βδομάδα και νιώθω τύψεις που αμέλησα, όχι ηθελημένα, αυτόν τον μικρό "προσωπικό" χώρο στο χάος του διαδικτύου. Ποια ανάγκη παρακινεί τους ανώνυμους και επώνυμους του κυβερνοχώρου να καταθέτουν τις σκέψεις τους, ενδόμυχες ή όχι, ανούσιες ή φιλοσοφημένες, σκόρπιες ή τακτικά οργανωμένες, σ' αυτές τις ιστοσελίδες; Η εύκολη απάντηση θα ήταν η ανάγκη που έχουμε για επικοινωνία ή η ροπή προς τη "δημοσιότητα". Προστατευμένη, όμως, πίσω από τα τείχη των κυβερνολεωφώρων. Αν με ρωτούσε κάποιος, ειλικρινά, δεν έχω μια πρόχειρη απάντηση. Κατά καιρούς κρατώ ημερολόγιο, σ' ένα μικρό μπλοκάκι και όχι ηλεκτρονικό, που το έχω σχεδόν πάντα μαζί. Το ξεφυλλίζω και λατρεύω την αταξία. Στυλό (κόκκινο ή μπλε), μολύβι, μουτζούρες, διαγραφές, μισοτελειωμένες σκέψεις. Αταξία που δεν υπάρχει εδώ μέσα και που μου λείπει μερικές φορές. Γι' αυτό αμέλησα το blog μου αυτές τις μέρες.

Συμβαίνουν όμορφα πράγματα στη ζωή μου αυτόν τον καιρό και προτίμησα να γράψω στο μπλοκάκι μου, πολλές σελίδες, με μουτζούρες και "ατάκτως ειρημένες".

Προχθές, αυθημερόν, βρέθηκα στη Θεσσαλονίκη, που δεν είναι πολύ μακριά από εκεί που ζω. Έφριξα. Αν και μεγαλωμένος στην πάλαι ποτέ πανέμορφη Νύφη του Θερμαϊκού, όπου γεννήθηκα, πήγα σχολείο, σπούδασα, ερωτεύτηκα, εργάστηκα, όσο περνούν τα χρόνια τόσο με απωθεί. Κίνηση, βουή και βρωμιά. Ιδίως αυτές τις μέρες που τα σκουπίδια έχουν σχηματίσει δυσώδεις λοφίσκους σε κάθε γωνιά, σε κάθε δρομάκι ή λεωφόρο. "Είναι δυνατόν;" σκέφτηκα. Δε μπορώ να χωνέψω, αν και έχει συμβεί αρκετές φορές στο παρελθόν (που μάλλον ήμουν πιο αδιάφορος), πως μια ομάδα ανθρώπων, όσο δίκιο και να έχουν, να βυθίζουν μια τόσο ιστορική πόλη στο βόρβορο των σκουπιδιών και της μόλυνσης.
Τι φταίει ο παππούλης που με λυπημένα μάτια, σχεδόν βουρκώνοντας, κοιτούσε τους βρωμερούς σωρούς στην Αγ. Δημητρίου προσπαθώντας να βρει διέξοδο προς το δρόμο. Σκεφτόταν, μάλλον, την περίοδο που οι δρόμοι ήταν από χώμα, χωρίς αυτοκίνητα, με κάρα και διάχυτη την οσμή των αλογίσιων περιττωμάτων. Μια εποχή που τα παιδιά έπαιζαν ελεύθερα, χωρίς άγχος και 10 ώρες την ημέρα φροντιστήρια, οι γιαγάδες κάθονταν στα πράσινα μπαλκονάκια τους, απολαμβάνοντας τα γέλια και τις φωνές των εγγονιών τους, τα αυτοκίνητα ήταν...UFO από ένα άλλο σύμπαν και ο χρόνος κυλούσε πιο αργά, πιο ανθρώπινα...

Επέστρεψα το βράδυ σπίτι μου, κουρασμένος χωρίς να έχω κάνει τίποτα, αφήνοντας πίσω τη βουή και τη βρώμα, προσπαθώντας να σκαρφιστώ τρόπους να αναβάλλω την επόμενη επίσκεψη στην πόλη που γεννήθηκα...

Παρασκευή, Απριλίου 07, 2006

Η λέξη της ημέρας: ουραγός.

Αυτός που είναι τελευταίος (και καταϊδρωμένος) κυνηγώντας απεγνωσμένα τον προτελευταίο. Μ' αυτό το όνομα κατατάσσεται η Ελλαδίτσα στη χρήση του Διαδικτύου: ουραγός. Η χώρα που το 73% των κατοίκων της δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ το Διαδίκτυο ή κάποια από τις υπηρεσίες του, ενώ την ίδια στιγμή των 80% του πληθυσμού διαθέτει κινητό.

Το κινητό διαθόθηκε, αν και ξεκίνησε πολύ ακριβό, λόγω της πτώσης της τιμής του και κυρίως του ανταγωνισμού μεταξύ των εταιρειών παροχής υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας. Ο ΟΤΕ (πΟΤΕ κατά τους περισσότερους) διαθέτοντας το μονοπώλιο των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, κατάφερε να διαμορφώσει τις υψηλότερες τιμές στην Ευρώπη (όταν ο μέσος μισθός του Έλληνα είναι κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο).

Προσωπικά, δίνω για DSL σύνδεση περίπου 35 ευρώ το μήνα συμπεριαλμβανομένου παγίων, ΦΠΑ κτλ. κτλ. Ο μισθός μου είναι 1090 ευρώ. Δε μπορούσα, όμως, να στερήσω από τον εαυτό μου αυτή την "πολυτέλεια" μιας και μου είναι απαραίτητη για τη δουλειά μου και πραγματικά βοηθήθηκα πολύ περισσότερο απ' όσο περίμενα.

Πώς θα διαδοθεί το Διαδίκτυο, η χρήση του, η αναγκαιότητά του, όταν είναι τόσο μα τόσο ακριβό; Οι ΔΕΚΟ έχουν ξεπεράσει κάθε επίπεδο αισχροκέρδειας. Η πλάκα είναι πως το 2005 ο ΟΤΕ παρουσίασε ζημιές. Φυσικά, όταν έχεις παχυλούς μισθούς, ακόμη και για τους πλέον κατώτερους υπαλλήλους, όταν επιτέλους εμφανίστηκαν ανταγωνιστές με πιο συμφέρουσες υπηρεσίες, τότε χάνεις πελάτες και καλά να πάθεις!!

Εν τω μεταξύ η ΕΕΤΤ ενέκρινε τις αυξήσεις των τιμολογίων για τις dialup συνδέσεις. Κούνια που μας κούναγε...

Περισσότερα εδώ

Πέμπτη, Απριλίου 06, 2006

Περί συγγραφής...

O Stephen King δεν είναι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς. Παλιότερα είχα διαβάσει πολλές από τις ιστορίες του (Η Λάμψη και το Κάρι -το πρώτο του, κατά την ταπεινή μου άποψη είναι τα κορυφαία του), αλλά από ‘κει και πέρα δεν μπορώ να πω ότι είμαι ενθουσιώδης οπαδός του έργου του.

Tο "Περί συγγραφής" του Stephen King μπήκε στο ράφι, ολοκληρωμένο απνευστί σε τρεις μέρες. Εμπνευσμένο βιβλίο. Ένας καταξιωμένος συγγραφέας οικειοποιείται με εμάς τους αδαείς, ματαιόδοξους περιστασιακούς γραφιάδες ημερολογίων (και τώρα τελευταία blogs), τα μυστικά της τέχνης του. Ποια μυστικά; Τα αυτονόητα. Για να γράψεις καλά, δεν πρέπει να σταματάς να γράφεις και να διαβάζεις ποτέ. Το δεύτερο είναι σίγουρο πως το κάνω, ιδίως τον τελευταίο καιρό, που φανατικά βυθίζομαι σε αναγνώσεις τριών τεσσάρων βιβλίων συγχρόνως. Ταυτόχρονα, γράφω ένα σωρό ανοησίες εδώ και στο δικτυακό μου blog, που ελπίζω να μπορέσω να το διατηρήσω αυτή τη φορά. (Είχα προσπαθήσει στο παρελθόν να ξεκινήσω δικτυακά ημερολόγια, αλλά λόγω μη συχνής ενημέρωσης -ελπίζω όχι λόγω ποιότητας- καταργήθηκαν από τους υπεύθυνους των σχετικών ιστοσελίδων).
Ο πολυδιαβασμένος King, λοιπόν, στην ερώτηση για το τί να γράψει κάποιος, ποιο να είναι το θέμα του, δίνει την εξής απλή (όχι απλουστευτική) απάντηση: ?ό,τι θέλετε?. Μας παροτρύνει να πιάσουμε το μολύβι ή το πληκτρολόγιό μας και ν’ αρχίσουμε να εξιστορούμε όλα όσα μας έρχονται στο κεφάλι. Πέρα από τις τεχνικές επεξηγήσεις της γραφής (επιρρήματα, παράγραφοι, αφήγηση) το παραπάνω ανάγνωσμα είναι άκρως απολαυστικό, ιδίως όταν περιγράφει με αυτοσαρκαστικό τρόπο, τις απέλπιδες προσπάθειες του συγγραφέα, στα πρώιμά του χρόνια, να γίνει γνωστός με αυτό που νόμιζε, τότε, ότι κάνει καλύτερα: να γράφει.

Ίσως αυτό κάνω κι εγώ εδώ πέρα. Προσπαθώ να γράψω ένα ημερολόγιο, αυτοβιογραφικό, διανθίζοντάς το, με πολλά φανταστικά στοιχεία γύρω από τα πραγματικά γεγονότα που συμβαίνουν στην ενδιαφέρουσα (το εννοώ και ας με πουν κάποιοι αλαζόνα) ζωή μου. Το κακό είναι πως, αν και ξεκινάω κάθε καταχώρηση με πολλή όρεξη, αρχίζω και ζορίζομαι για το πως να συνεχίσω τις περιγραφές μου. Αυτό που λέει ο King είναι ότι σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να προσπαθήσουμε πολύ περισσότερο. Να μη σταματήσουμε, αλλά να συνεχίσουμε το γράψιμο όσο ασυνάρτητο και να είναι το αποτέλεσμα. Αργότερα, και αφού έχουμε ηρεμήσει, θα βρούμε μέσα στο σωρό των συγγραφικών μας σκουπιδιών, εκείνα τα ψήγματα που γύρω τους μπορούμε να χτίσουμε τη συνέχεια της ιστορίας μας.

Κανείς δεν επιδιώκει, ούτε εγώ φυσικά, να εκδόσει τις ιστορίες του. Δεν μπορώ όμως να αντισταθώ στο σαγηνευτικό σφυροκόπημα των πλήκτρων κάθε φορά που προσπαθώ να συντάξω ένα ακόμη ανούσιο post...

30 χρόνια Apple!

Την χρονιά που η Apple γιορτάζει τα τριάντα χρόνια λειτουργίας της και οι απανταχού φανατικοί οπαδοί απολαμβάνουν τα μουράτα (ελιτιστικά) προϊόντα της, διάλεξε να βγάλει στη φόρα την πιο ριζοσπαστική εξέλιξη της ιστορίας της. Ενσωματώνει στα νέα της μοντέλα, αυτά με Intel επεξεργαστή, τη δυνατότητα να εκκινούν είτε με το δικό της λειτουργικό, το Mac OS X, είτε με Windows XP. Ναι, ναι, καλά διαβάσατε! Η "ιεροσυλία" ακούει στο όνομα Boot Camp (αναλυτικές πληροφορίες) δίνει την επιλογή στο χρήστη με ποιο λειτουργικό να ξεκινήσει ο υπολογιστής του.
Ακόμη, το εν λόγω λογισμικό, είναι σε δοκιμαστικό στάδιο, αλλά οι επικριτές του αυξάνονται και πληθύνονται. Έχει βουήξει ο κυβερνοχώρος από σχόλια περί προδοσίας, ξεπουλήματος στον Bill Gates και όλα τα συναφή.

Προσωπικά πιστεύω πως η Apple άρχισε επιτέλους να λειτουργεί σαν επιχείρηση, αν και έχω τους ενδοιασμούς μου όσο αφορά στην ποιότητα των από δω και πέρα προϊόντων της. Θέλει ν' αυξήσει το μερίδιο της αγοράς που της αναλογεί, η καμπάνια περί Switch χρηστών μάλλον αποτυχημένη ήταν, έγινε γνωστή σε μη Mac χρήστες μέσω του δημοφιλούς iPod, οπότε έπρεπε να κάνει μια πιο δυναμική κίνηση. Θα τα καταφέρει; Ας της δώσουμε μια ευκαιρία.



Ασχολούμαι με υπολογιστές από το 1985. Σαν χρήστης Apple τα τελευταία 5 χρόνια δεν μπορώ να μη σχολιάσω θετικότατα την υπεροχή τους, είναι πλέον ο κύριος υπολογιστής μου. Από την άλλη δε θέλω να έχω αυτή την υπεροψία που, δυστυχώς, χαρακτηρίζει πολλούς από εμάς. Καλώς ή κακώς η αγορά βρίθει από υπολογιστές Wintel. Ας μη ξεχνάμε, ότι άνθρωποι πέρα από την πλάκα και την ερασιτεχνική ενασχόληση, βγάζουν το ψωμί τους καθισμένοι σ' έναν υπολογιστή μπροστά και φαντάζομαι πως δε θα τους καίγεται καρφάκι αν το μηχάνημα εκκινεί (bootάρει) με OS X ή με Windows. Αυτό που τους νοιάζει, πρωτίστως, είναι να δουλεύει!! Αν η κίνηση της Apple εμφανίσει πιο σταθερούς υπολογιστές στην αγορά γιατί να μη γίνει αποδεκτή;

Ας περιμένουμε λίγο και βλέπουμε...

Περισσότερες τεχνικές πληροφορίες εδώ

Η ανάγνωση της...ημέρας

Σήμερα το μεσημέρι παρέλαβα το βιβλίο "Ζωή" του Αλέξη Σταμάτη και αυτή την ώρα μόλις το...τελείωσα. Το παθαίνω τελευταία, όταν με συναρπάζει ένα ανάγνωσμα να μην μπορώ να το αφήσω από τα χέρια μου. Έτσι έγινε και με τις 130 σελίδες περίπου του παραπάνω διηγήματος. Μια ιστορία που αφορά τις σχέσεις πέντε ανθρώπων που συνδέονται μεταξύ τους με φανερούς, αλλά κυρίως με αφανείς-μυστικούς δεσμούς. Οι τελευταίοι αποκαλύπτονται στη διάρκεια ενός δείπνου, εν μέσω μιας καταρρακτώδους βροχής, που τονίζει ακόμη περισσότερο τη δραματικότητα των γεγονότων, ακόμη και των διαλόγων. Όλα όσα περιγράφονται στις σελίδες του βιβλίου, διαρκούν περίπου τρεις ώρες. Φαινομενικά λίγες, αλλά αρκετές για να έρθουν τα πάνω κάτω.

Μου αρέσουν τα βιβλία που η πλοκή τους εξελίσσεται σε κλειστούς χώρους. Ένα συμβατικό διαμέρισμα, ένα δείπνο, έξυπνοι διάλογοι. Δίνεται κυρίως έμφαση στις σχέσεις των πρωταγωνιστών, στις μεταξύ τους συζητήσεις (αποκαλύψεις), που τελικά οδηγούν στη δραματική κορύφωση, που έτσι κι αλλιώς, τις περισσότερες φορές, οδηγούν τα ανομολόγητα μυστικά. Μια ιστορία, βγαλμένη από τη ζωή, δομημένη άψογα από την έμπειρη πένα του Αλέξη Σταμάτη.

Για τον Αλέξη Σταμάτη έχω διαβάσει πολλά θετικά σχόλια σε βιβλιοκριτικές, αλλά μέχρι σήμερα δεν είχε πέσει κάποιο έργο του στα χέρια μου. Η πρώτη μου επαφή μαζί του ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες μου και στις περιγραφές των κριτικών (που συχνά δε με βρίσκουν σύμφωνο).

Στην ουρά με περιμένει η "Μητέρα Στάχτη" του ιδίου. Μου φαίνεται, μιας και δεν έχω ύπνο σήμερα, να το βάλω μπρος...

Τρίτη, Απριλίου 04, 2006

Όνειρα


Είδα ένα όνειρο τις προάλλες. Ήμουν, λέει, μαθητής στο λύκειο και περίμενα πως και πως το χτύπημα του κουδουνιού ή το μάθημα της γυμναστικής για να παίξω μπάλα. Περίμενα ανυπόμονα, τα ανοιξιάτικα απογεύματα της Παρασκευής για να ξεχυθώ στις αλάνες και να παίξω ποδόσφαιρο, μέσα στη σκόνη και στις παιδικές κλωτσιές μας.

Βλέπω τα παιδιά σήμερα, στο σχολείο, και μόνο τη δική μου παιδικότητα δε μου θυμίζουν. Τα παρατηρώ στο διάλλειμμα και βλέπω πως η μόνη τους ενασχόληση είναι το υπερσύγχρονο κινητό τους τηλέφωνο. Τ' ακούω να συζητάνε και μιλούν για famestory, Τατιάνα, σε μια άγνωστη διάλεκτο. Τα πετυχαίνω καμιά φορά έξω, σε fast food, να καταβροχθίζουν τεράστιες ποσότητες αμφιβόλου ποιότητας φαγητό. Καλά, δεν τα ταϊζει η μάνα τους; Πλήρης απαξίωση της άθλησης, του σπιτικού φαγητού, του παιχνιδιού.
Πλήρης υποδούλωση στη "θαυματουργή" τηλεόραση και την ποιότητά της. Πού είναι οι διανοούμενοι; Αναρωτιέμαι άδικα. Πού είναι το ΕΡΣ; Έκατσα ηθελημένα μια μέρα να δω τις εκπομπές της λεγόμενης "μεσημβρινής ζώνης". Έπαθα σοκ! Καλά είναι δυνατό τέτοια ώρα, που μπορεί χιλιάδες εφήβων(ή και πολύ μικρότερων) να βλέπουν να προβάλλονται τέτοια πράγματα; Βρισιές, σεξουαλικά υπονοούμενα, πλήρης παραβίαση της ιδιωτικότητας και των "ευαίσθητων" προσωπικών δεδομένων. Κι όμως... Αυτοί οι κατ' ευφημισμό "δημοσιογράφοι", με τους παχυλούς μισθούς τους, που ένας καθηγητάκος σαν εμένα δε θα δει ποτέ σ' αυτή τη ζωή, παρουσιάζονται ως είδωλα, σαν επικριτές και τιμητές της σάπιας κοινωνίας μας και μας προβάλλουν το..."ιδανικό".
Τα παιδιά μας, σε μια περίοδο της ζωής τους που οι χαρακτήρες και οι προσωπικότητές τους είναι τόσο εύπλαστοι, διαμορφώνουν άποψη για τη ζωή και το μέλλον τους. Μέλλον που εξαρτάται άμεσα από τα περίεργα χτενίσματα, το trendy ντύσιμο και την trash κουλτούρα. Έχουν πρότυπα, αυτούς τους "καημένους" που ξεμπροστιάζονται στις αμείλικτες κάμερες των reality και τους ζηλεύουν, έχοντας σας κρυφό όνειρο να βρεθούν κάποια στιγμή στη θέση τους.
Δεν έχω παιδιά, ακόμη τουλάχιστο, ούτε φυσικά μπορώ να κρίνω το γονιό σαν κάποιος που αυτή τη στιγμή μπορεί να κινείται ανεπηρέαστος από ευθύνες και υποχρεώσεις στη "σφαίρα του ιδανικού". Από την άλλη, όμως, δεν μπορώ να μη γκρινιάξω, εδώ έστω, σ' αυτό το ταπεινό blog, που πιθανό να μη το διαβάζει κανείς και να κάνω όνειρα(απατηλά) για βελτίωση...

ΥΓ Η γκραβούρα δανεισμένη από εδώ